8 Νοε 2009

«Φως» στη μεγάλη πυρκαγιά της Ηλείας

Τεκμήρια για την αγωνία των εγκλωβισμένων στις φλόγες και την ολιγωρία των τοπικών αρχών

Από την "Καθημερινή της Κυριακής" (8-11-09) και τον Τάσο Τέλλογλου.

Τι έγινε εκείνες τις δύο μέρες του Αυγούστου 2007 στην Ηλεία; Και γιατί εγκλωβίστηκαν κάτοικοι και πυροσβέστες από τη φωτιά με τον γνωστό τραγικό απολογισμό; Η «Κ» παρουσιάζει ντοκουμέντα από τη δικογραφία και τις θέσεις συγγενών των θυμάτων, οι οποίοι καταγγέλλουν πως η έρευνα για τα αίτια της τραγωδίας έγινε για «τα μάτια». Είναι χαρακτηριστικό πως μία μέρα πριν από την πυρκαγιά, οι τοπικές αρχές είχαν ειδοποιηθεί με επείγον σήμα της Πολιτικής Προστασίας για αυξημένο κίνδυνο.

Στη δικογραφία περιγράφονται οι τραγικές στιγμές που έζησαν πυροσβέστες και κάτοικοι στην προσπάθειά τους να διαφύγουν με Ι.Χ. και υπηρεσιακά οχήματα και ο πανικός που επικράτησε όταν εγκλωβίστηκαν στις φλόγες. Οι συγγενείς καταγγέλλουν πως πολλοί άνθρωποι θα είχαν σωθεί αν κάποιοι άλλοι έκαναν καλά τη δουλειά τους... (Πατήστε "Διαβάστε περισσότερα" για να διαβάσετε όλο το ρεπορτάζ)

Πόρισμα «φωτιά» για τους καμένους στην Ηλεία

Δύο χρόνια μετά έρχονται στη δημοσιότητα νεότερα στοιχεία
και αποκαλυπτικές μαρτυρίες

H Σοφία Ν. προετοίμαζε το μνημόσυνο του πατέρα της εκείνο το μεσημέρι της 24ης Αυγούστου 2007 στο Παλιοχώρι της Ηλείας. Εβαλε στάρι σε μια κατσαρόλα, άνοιξε το πετρογκάζ, άναψε την εστία και βγήκε έξω από το σπίτι της. Ενα δεκαπεντάλεπτο αργότερα, ο ανιψιός της, είδε πρώτος ότι από το σπίτι εβγαινε πυκνός καπνός - στο σπίτι βρίσκονταν αποθηκευμένα 800 κιλά λαδιού και καρπών. Ο ανιψιός Κώστας Κ. ανέβηκε στη στέγη της φλεγόμενης κατοικίας, προσπαθώντας με μια μάνικα να περιορίσει το κακό. Μαζί του στη στέγη ανέβηκε κατόπιν όλη η οικογένεια. Λίγα λεπτά μετά, η στέγη κατέρρευσε, ενώ η φωτιά επεκτάθηκε στα διπλανά χωράφια. Τότε η κόρη της, Ευγενία Ν., ενημέρωσε την Πυροσβεστική Υπηρεσία (Π.Υ.) ότι η (μοιραία όπως εξελίχθηκε στη συνέχεια) πυρκαγιά ήταν εκτός ελέγχου. Δύο χρόνια μετά, νεώτερα στοιχεία, αποκαλυπτικές μαρτυρίες και καταθέσεις έρχονται στο φως, φωτίζοντας πτυχές μιας ολέθριας μέρας που βύθισε τη χώρα στο πένθος.

Μόλις ένα δεκάλεπτο αργότερα, ο πυροφύλακας Παναγιώτης Τ., ο οποίος είχε υπηρεσία στο πυροφυλάκιο της Μίνθης, ενημέρωνε τους συναδέλφους του στα Κρέστενα και τον Πύργο, ότι η φωτιά κατέκαιγε δασική έκταση μεταξύ των χωριών Μάκιστος, Χρυσοχώρι, Μηλέα, Αρήνη, Ξηροχώριο και Σμέρνα. Ενας άλλος πυροφύλακας στη Σμέρνα, άκουσε τον επικεφαλής του πυροσβετικού κλιμακίου στα Κρέστενα να στέλνει τρία οχήματα, το Η41, το Β27 και το Θ58 στο μέτωπο της φωτιάς.

Ωρα 14.40, Παρασκευή 24 Αυγούστου 2007. Ο επικεφαλής του πυροσβεστικού κλιμακίου στα Κρέστενα υποπυραγός Νίκος Μ., ενημερώνει το πλήρωμα του πυροσβεστικού οχήματος Η42 (στο χωριό Θόλος) να μεταβεί στο Παλαιοχώρι όπου μαινόταν η φωτιά.Ο Μ. θυμάται ότι είπε στο πλήρωμα του Η42 να ακολουθήσουν τη διαδρομή Κρέστενα - Ζαχαρω - Αρήνη - Μηλέα και να στρίψoυν αριστερά στο Παλαιοχώρι. Τις ίδιες οδηγίες είχε δώσει και στα άλλα οχήματα της υπηρεσίας που κατευθύνονταν στις εστίες. Σήμερα ξέρουμε ότι το πλήρωμα - για τους δικούς του λόγους- ακολούθησε μιαν άλλη διαδρομή που αποδείχθηκε μοιραία.

Συχνές βλάβες

To H42 ήταν ένα όχημα ΣΤΑΓΙΕΡ με πλήρωμα εποχικούς πυροσβέστες που δεν συνοδεύονταν από μόνιμο συνάδελφό τους, όπως επιβάλλουν οι κανονισμοί - κι αυτό δεν γινόταν μόνο στην Ηλεία, αφού οι κενές οργανικές θέσεις στην Πυροσβεστική προσέγγιζαν τις 10.000 τον Αύγουστο του 2007. Οι συγγενείς των τριών δασοπυροσβεστών -ήταν σχετικά έμπειροι- που επέβαιναν σε αυτό, καταγγέλλουν ότι το όχημα πάθαινε συχνές βλάβες και ότι ο ασύρματος ήταν χαλασμένος. Η επίσημη Πυροσβεστική το αρνείται.

Την προηγούμενη ημέρα, 23 Αυγούστου 2007, ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας και πρώην αρχηγός του Πυροσβεστικού Σώματος κ. Παναγιώτης Φούρλας απέστειλε ένα εξαιρετικά επείγον σήμα στην Αστυνομία, στον Στρατό, στις Νομαρχίες και τις Περιφέρειες. Με αυτό, έχοντας υπόψη τον «προβλεπόμενο κίνδυνο πυρκαγιών» στη δυτική και νότια Ελλάδα, καλούσε τις Περιφέρειες να διαθέσουν όλα τα μέσα που (δεν...) είχαν καταγράψει οι ΟΤΑ και οι Νομαρχίες, και να ενημερώσουν σε συνεργασία «με τις αστυνομικές και δημοτικές αρχές» τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους και όσους είχαν μελίσσια για τον πολύ υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς προς αποφυγή ενεργειών πρόκλησης πυρκαγιάς από αμέλεια. Παράλληλα, τα γραφεία Πολιτικής Προστασίας των Νομαρχιών, καλούνταν να ενημερώσουν τις εθελοντικές οργανώσεις για «σχετικές δράσεις» και το υπουργείο Εθνικής Αμύνης ώστε να έχει έτοιμες μονάδες για μετακίνηση αν χρειαζόταν. Το γραφείο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ηλείας δέν ελέγχθηκε αν το έπραξε αυτό, και πηγές της Νομαρχίας λένε ότι δεν έκανε καμιά τέτοια ενέργεια.

Το μεσημέρι της επόμενης μέρας, Παρασκευή 24 Αυγούστου, όταν ξέσπασε η πυρκαγιά που προαναφέραμε, ελάχιστα μέτρα από αυτά είχαν υλοποιηθεί, όλα ήταν «στα χαρτιά», οι αρμόδιοι δεν είχαν συμφωνήσει για το «διά ταύτα». Ο επικεφαλής της Πυροσβεστικής στον Πύργο, πάντως, ενημερώθηκε και επέστρεψε από την άδειά του στην Τρίπολη, στην έδρα του λίγες ώρες πριν ξεσπάσει η φωτιά.

Ωρα 14.50: Ο πυροσβέστης Γεώργιος Κ. φθάνει στο Παλαιοχώρι όπου οι άνδρες δύο πυροσβεστικών οχημάτων και ενός περιπολικού της Πυροσβεστικής επιχειρούσαν να σβήσουν τη φωτιά. Στο μεταξύ οι κάτοικοι των δημοτικών διαμερισμάτων Μακίστου και Αρτέμιδας εγκατέλειπαν τα χωριά τους, με Ι.Χ. αυτοκίνητα, άλλοι μέσω Σμέρνας προς Ζαχάρω (αυτοί δέν διέτρεξαν κίνδυνο λόγω της φοράς του ανέμου), άλλοι από τον δρόμο Μάκιστος - Αρτέμιδα - Ζαχάρω. Σε αυτό το μέτωπο η φωτιά επεκτεινόταν με μεγάλη ταχύτητα, «κάλπαζε», με τη βοήθεια των ισχυρών ανέμων.

Ο μάρτυρας Σπύρος Μπ. καταθέτει ότι οκτώ Ι.Χ. που κινούνταν σε αυτό τον δρόμο ακινητοποιήθηκαν, όταν στην κορυφή του λόφου έγιναν τρεις εκρήξεις και το μέτωπο της φωτιάς στράφηκε προς τα Ι.Χ. Ο Αλβανός εργάτης Σπίρο Κ. που ζει στη χώρα μας τα τελευταία 12 χρόνια, εκείνη την ημέρα είχε πάει επίσκεψη στο σπίτι του εργοδότη του Γεωργίου Π. Λίγο μετά τις 14.30 ο Π. του είπε ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν το χωριό, καθώς η φωτιά πλησίαζε επικίνδυνα. Αυτός πήρε ένα μηχανάκι, ενώ η γυναίκα του Π., με τα τέσσερα παιδιά του πήραν το Ι.Χ. αυτοκίνητο του Γεωργίου Μ., ένα Opel.

Εγκλωβισμένος

Στη διαδρομή συνάντησαν τέσσερα αυτοκίνητα και ένα πυροσβεστικό όχημα, το Η42, που είχαν ακινητοποιηθεί λόγω της πυρκαγιάς που είχε επεκταθεί στον δρόμο. Βρισκονταν 1,5 χλμ. από τη Μάκιστο. Ο Σπίρο Κ. καταθέτει ότι στο σημείο εκείνο δεν είχε γίνει τροχαίο ατύχημα «και αφού είδε ότι δεν μπορούσε να πάει μπροστά, προσπάθησε να κατευθύνει τα αυτοκίνητα προς την Αρτέμιδα, αλλά πρώτον ήταν εγκλωβισμένος λόγω των οχημάτων που ακολουθούσαν και δεύτερον οι φλόγες έφθασαν εκεί. Το μόνο σημείο που δεν καιγόταν ήταν η πλαγιά και βοήθησε να ανεβούν εκεί τα παιδιά και οι γυναίκες.

Κατόπιν πήγε στο πυροσβεστικό όχημα Η42 και ρώτησε τους πυροσβέστες «τι μπορούσε να γίνει». Ο οδηγός ήταν στη θέση του, ένας άλλος πυροσβέστης είχε πανικοβληθεί. Η φωτιά έφτασε στα πρώτα αυτοκίνητα, η θερμοκρασία ήταν μεγάλη, οι καπνοί έπνιγαν τα πάντα, η ορατότητα ήταν μικρή. Ετσι άρχισε να τρέχει στην πλαγιά, ακούγοντας μόνον φωνές. Ετρεξε ώς την κορυφή, περίπου 700 μέτρα απόσταση και μετά άρχισε να κατεβαίνει την πλαγιά από την άλλη πλευρά, περίπου 900 μέτρα, για να βγει στον δρόμο.

Η πυρκαγιά που ερχόταν από τη Ζαχάρω «σκαρφάλωσε» την πλαγιά, εξαπλώθηκε δεξιά και ενώθηκε με τη φωτιά που ερχόταν από την Αρτέμιδα. Αυτός έφτασε σε ένα χωράφι, όπου συνάντησε τον αντιδήμαρχο Ζαχάρως. Το χωράφι ήταν καθαρό με μικρές ελιές. Γύρω γύρω υπήρχε φωτιά, έκατσε δίπλα σε μια ελιά με έναν άλλο και τότε πέρασε από δίπλα τους ένα μικρό κύμα φωτιάς. Επειδή δεν άντεχε, άλλαξε θέση, μετακινήθηκε γύρω στα 10 μέτρα, φώναξε και τον αντιδήμαρχο δίπλα του και άρχισε να σκάβει κάτι σαν όρυγμα, μπήκε στο χώμα από τη μέση και πάνω, φορούσε καπέλο και γυαλιά ενώ την ίδια ώρα ο αντιδήμαρχος έσκαβε για να σωθεί.

Υστερα από λίγο πέρασε ένα μεγάλο κύμα φωτιάς, δεν έβλεπε τίποτα, η θερμοκρασία ήταν πολύ υψηλή, οι σπίθες που πετάγονταν από τα πεύκα κόλλαγαν στο σώμα του. Αφότου το μεγάλο πύρινο κύμα, πέρασε από εκεί, ο αντιδήμαρχος τηλεφώνησε στην κόρη του, αλλά αυτή αδυνατούσε να καταλάβει σε ποιο σημείο βρισκόταν.

Ο εξαντλημένος Σπίρο Κ. ένιωθε τα βλέφαρά του να βαραίνουν από την κούραση και τη νύστα, ενστικτωδώς σηκώθηκε, έκανε πέντε βήματα, μετά βοήθησε και τον αντιδήμαρχο να σηκωθεί, πιάνοντάς τον από τους καρπούς γιατί τα χέρια του ήταν καμένα. Αρχισαν να περπατούν στην πίσω πλαγιά από εκεί που ανέβηκε και τελικά έφτασαν πάλι στο πυροσβεστικό όχημα. Εκεί τους βρήκαν όλους καμένους, κάθησαν λίγο στον δρόμο και προχώρησαν 20 μέτρα όπου τους βρήκε ένα φορτηγάκι και τους μετέφερε στο ασθενοφόρο…»

Οι συγγενείς θυμάτων ζητούν δικαίωση
Η μαρτυρία του Κ. αποτελεί το πιο σημαντικό ντοκουμέντο για το πώς «βίωσε» τη φοβερή πυρκαγιά ο τοπικός πληθυσμός και τι πραγματικά συνέβη στον μοιραίο δρόμο Αρτέμιδος - Ζαχάρως μεταξύ 14.30 και 15.30, εκείνο το μεσημέρι της 24ης Αυγούστου 2007. Η 37χρονη σύζυγος του εργοδότη του, Αθανασία Π., και τα τέσσερα παιδιά τους ηλικίας 5, 10, 12 και 15 ετών κάηκαν εκεί. Ο αντιδήμαρχος Ζαχάρως Αντώνης Κρέσπης υπέκυψε στα εγκαύματά του στις 22 Σεπτεμβρίου του 2007 στο Γενικό Κρατικό της Αθήνας. Συνολικά, εκεί, κάηκαν μέσα σε μερικά λεπτά της ώρας 26 άτομα, από τα οποία τρεις ήταν εποχικοί δασοπυροσβέστες. Ο Ιωάννης Α., πραγματογνώμονας της Πυροσβεστικής, βρήκε στα δύο ρεύματα του δρόμου Ζαχάρως - Αρτέμιδος 6 οχήματα και τη μηχανή που οδηγούσε ο Σπίρο Κ.

Δεν διαπιστώθηκε παραμόρφωση αμαξώματος –που θα δημιουργούσε υπόνοια σύγκρουσης– σε κανένα από τα Ι.Χ. οχήματα ούτε και στο Η 42, καθώς η απόσταση που χώριζε τα οχήματα ήταν αρκετά μεγάλη.

Ενα μαύρο «Γκολφ», με αριθμό κυκλοφορίας ΗΑΖ 7777, βρέθηκε «σε επαφή» με ένα φορτηγό OPEL CAMPO S, με αριθμό κυκλοφορίας ΗΑΚ 1042. Το «Γκολφ» άρχισε –σύμφωνα με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης– να φλέγεται 18 μέτρα από το φορτηγό και αφότου κάηκαν τα λάστιχά του, «κύλησε και ακούμπησε το φορτηγό». Τα αυτοκίνητα, στην άλλη πλευρά του οδοστρώματος, και το πυροσβεστικό όχημα Η 42 βρέθηκαν σε μεγάλη απόσταση το ένα από το άλλο. Στη δική της έκθεση, η αστυνομία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «οι οδηγοί των οχημάτων κινήθηκαν και έδρασαν σε κατάσταση ανάγκης. Μη έχοντας διαφυγή, περικυκλωμένοι από την πύρινη λαίλαπα που κατέκαιε όλη την περιοχή, προφανώς κινήθηκαν πρoς το πυροσβεστικό όχημα, αναζητώντας ασφάλεια και προστασία…».

Ο Γεώργιος Π., που έχασε τη σύζυγο και τα τέσσερα παιδιά του, κατέθεσε μήνυση και ζήτησε να γίνει δικαστική έρευνα. Το ίδιο έκαναν συγγενείς των εποχικών πυροσβεστών που επέβαιναν στο Η 42, αλλά και συγγενείς άλλων θυμάτων. Η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Πύργου κ. Μαρία Παπαγιαννίδου απεφάνθη (22/7/2009) ότι ουδείς είχε ευθύνη από τα κρατικά εντεταλμένα όργανα για τους θανάτους στον μοιραίο επαρχιακό δρόμο. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι οι μηνυτές είχαν ζητήσει να διερευνηθεί κατά πόσον τηρήθηκαν τα όσα προβλέπει το σχέδιο «Ξενοκράτης» για την προστασία πολιτών και την έγκαιρη εκκένωση της περιοχής, δηλαδή την παραμονή κατοίκων στα σπίτια τους ή σε κάποιο γήπεδο ή πλατεία.

Η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών με σχετική διάταξη, που βρίσκεται στη διάθεση της «Κ», αποφάσισε να διερευνήσει κυρίως αν η Πυροσβεστική Υπηρεσία έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για την κατάσβεση, ασχολούμενη σε μικρό βαθμό με το ζήτημα της εφαρμογής διατάξεων του σχεδίου για την πολιτική προστασία. Ο πρώην βουλευτής της Ν.Δ. κ. Αντώνης Φούσσας, συνήγορος των μηνυτών, δήλωσε στην «Κ»: «Η εκδοθείσα διάταξη είναι παντελώς αβάσιμη ουσιαστικά και νομικά. Στηρίζεται σε εσφαλμένα στοιχεία και αγνόησε άλλα πολύ σοβαρά. Θέλω να πιστεύω ότι ο εισαγγελέας Εφετών θα χειριστεί την υπόθεση με περισσότερη υπευθυνότητα και ευαισθησία». Το γραφείο του κ. Φούσσα προσέφυγε κατά της διάταξης της αντεισαγγελέως στον εισαγγελέα Εφετών στην Πάτρα.

Στην προσφυγή τους, οι συγγενείς επικαλούνται μαρτυρικές καταθέσεις και στοιχεία που δεν ελήφθησαν υπόψη ή ελήφθησαν υπόψη κατά λανθασμένο, κατά τη γνώμη των συνηγόρων τους, τρόπο.

Ο μάρτυρας Σπύρος Μπ. καταθέτει ότι ο δήμαρχος Ζαχάρως Πανταζής Χρονόπουλος ζήτησε από τον αντιδήμαρχo (σ.σ. πρόκειται για τον άτυχο που υπέκυψε στα εγκαύματά του) να φύγουν προς την πλευρά της πυρκαγιάς. Αυτός με τον δήμαρχο έφυγαν προς τη φωτιά γι’ αυτό και σώθηκαν. Σχολιάζοντας τη μαρτυρία αυτή, η αντεισαγγελέας συμπεραίνει ότι ο μάρτυρας περιγράφει συνθήκες πανικού «που οδήγησαν τους κατοίκους να φύγουν προς λάθος κατεύθυνση, με αποτέλεσμα να καούν…». Γιατί επικράτησε ο πανικός δεν εξετάζεται.

Πού και ποια ώρα βρίσκονταν η αστυνομία και οι δημοτικοί άρχοντες φαίνεται να μην αφορά την έρευνα, παρά το «επείγον» του σήματος της Πολιτικής Προστασίας της προηγούμενης μέρας. Το συμπέρασμα της αντεισαγγελέως είναι ότι για την απώλεια τόσων ανθρώπων «ευθύνεται» αποκλειστικά η πυρκαγιά, καθώς «η μάχη που έδωσαν οι πυροσβεστικές δυνάμεις (σ.σ. δεν ήταν αυτό το θέμα της έρευνας, η Πυροσβεστική δεν είναι υπεύθυνη για την Πολιτική Προστασία), οι τοπικοί φορείς και οι αστυνομικές δυνάμεις του νομού ήταν αδιαμφισβήτητα άνιση… καθώς δεν διαγνώσθηκαν σε επίπεδο επαρκών ενδείξεων, δόλιες ή αμελείς πράξεις ή παραλείψεις εκπροσώπων αρμοδίων αρχών, που να συνδέονται αιτιωδώς με τη διακινδύνευση ανθρωπίνων ζωών, ως και με τα τραγικά αποτελέσματα θανάτων ή σωματικών βλαβών των θυμάτων της Ηλείας…».

Κανένα συντονιστικό όργανο δεν μπορούσε «κατά την αντεισαγγελέα να ελέγξει την πορεία της φωτιάς». Ναι, συνέβη και αυτό στην Ελλάδα, να καούν τόσοι άνθρωποι χωρίς να ευθύνεται κανείς…

Δεν υπάρχουν σχόλια: